Το
παχύ όψιμο χιόνι σκεπάζει τα χωράφια, τους λόγγους, τους γκρεμούς, τους
δρόμους, τις πλαγιές και κατεβαίνει ως τον κάμπο. Στον ουρανό ούτε ένα
συνεφάκι. Φυσάει παγωμένο βοριαδάκι. Το χωριό Ανεμόζυγος, που είχε μείνει έρημο
στα χρόνια της κατοχής, ζωντάνεψε. Απ’ τις στέγες κρέμονται κρούσταλα, απ’ τα
μπουχαριά ανεβαίνει καπνός, στα τζάκια κάθονται αντάρτες. Οι συζητήσεις πότε
ανάβουν, πότε καταλαγιάζουν, πότε γίνονται μικροκαυγάδες και πότε παίρνουν έναν
τόνο πικρής απαγοήτευσης. Τα τραγούδια του αγώνα, οι συνηθισμένες αφηγήσεις για
πορείες, διεισδύσεις, μάχες… τα σχέδια για το μέλλον έχουν σβήσει.