Σελίδες

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

«Είμαι δάσκαλος και είμαι και κομμουνιστής και θέλω το δίκιο για όλο τον κόσμο τον φτωχό» (Αφήγηση Χρ. Νταβαντζή - 2)



Aη Στράτης, τόπος μαρτυρίου

Αφήγηση Χρήστου Νταβαντζή, μέρος δεύτερο: "Είχε φύγει, και πήγε στα Γιάννενα τότε. Πήγε στα Γιάννενα κι έμεινε, δεν ξέρω για πόσο, όχι πολύ καιρό, οπότε κυκλοφορούσε μες στα Γιάννενα και τον σταματάει η αστυνομία και του λέει «είσαι ο Κώστας Πουρναράς;», λέει «ναι, εγώ είμαι», « ξέρεις»…λέει…«σας αναζητούμε, πάμε στο τμήμα». Δεν έφερε καμιά αντίρρηση, πήγε στο τμήμα, από κει τον πήραν μέσα κι από κει τον μεταφέραν στην Κέρκυρα και προσδιορίστηκε δικαστήριο.

Ο Δημήτρη Πουρναράς, ο πατέρας του, είπε στον πατέρα μου ότι «φεύγω αύριο, πάω στην Κέρκυρα, δικάζεται στο δικαστήριο ο Κώστας». Του ‘πε (ο πατέρας μου) «πες του χαιρετίσματα, αν χρειάζεσαι τίποτα Δημήτρη εγώ είμαι στη διάθεσή σου». «Όχι» λέει, «δε φαντάζομαι, τώρα θα πάω να δω τι θα γίνει».

Πήγε ο Δημήτρη Πουρναράς στην Κέρκυρα και βρέθηκε στο δικαστήριο. Στο δικαστήριο που δικάζαν, ο δικαστής έλεγε του Κώστα Πουρναρά ότι «εσύ ένας δάσκαλος, σήμερα, ήρθες στο δικαστήριο να σε δικάσουμε ενώ θα ‘πρεπε να ‘σαι στη θέση σου, να υπηρετείς, να μαθαίνεις τα παιδιά γράμματα, τώρα ασχολείσαι με τα πολιτικά, θέλεις να ανατρέψεις το σύστημα» κλπ.

Και ο Κώστας, ψύχραιμος, του είπε «κύριε πρόεδρε εγώ είμαι δάσκαλος και είμαι και κομμουνιστής και θέλω το δίκιο για όλο τον κόσμο τον φτωχό. Δεν έκανα κανένα κακό, που λέτε εσείς και με δικάζετε, δεν ξέρω όμως, μετά από λίγο καιρό, μήπως βρεθείτε κι εσείς στην ίδια θέση τη δική μου» και σηκώθηκε απάνου ο πρόεδρος και του λέει «τι είναι αυτά που λες κύριε Πουρναρά!…» και ο Δημήτρη Πουρναράς πιάνει τον Κώστα από το μανίκι και του λέει «Κώστα, μη λες τέτοια πράματα μωρέ, ας τους μωρέ» (γέλια).

Αυτά ποιος σου τα έχει διηγηθεί;

Αυτά τα διηγήθηκε ο πατέρας του. Ο Δημήτρη Πουρναράς τα ‘λεγε του πατέρα μου, στου «παπά τη βρύση» το σπίτι, και τ’ άκουγα εγώ. Τέλος πάντων, δικάστηκε για εξορία ο Κ.Π.  και τον πήγαν στον Αη Στράτη. Ο Δημήτρη Πουρναράς από καιρού εις καιρόν έστελνε κάνα δεματάκι στον Κώστα.

Να πούμε κάτι για την οικογένειά του; Η οικογένειά του έχω ακούσει ήταν εύπορη, δεν ήταν φτωχή οικογένεια, είχε πρόβατα...πες μας λίγα για την οικογένειά του.

Η οικογένεια του Κ.Π. Ο Δημήτρη Πουρναράς καταρχήν ήταν μεγάλος κτηματίας, είχε πολλά χωράφια, είχε πολλά πρόβατα, είχε γελάδια, ήταν ένας άνθρωπος, μπορώ να πω, ο καλύτερος από οικονομικής πλευράς στο χωριό. Ο αδερφός του (αδελφός του Κώστα) Βελισσάρης  Πουρναράς ήταν νωματάρχης της Χωροφυλακής.  Είχε την Αγγέλω, την Χαρίκλεια, την Βάγγειω και την…πως την λένε…τη γιαγιά τη δική σου…την…του Γιωργάκη Πουρναρά…τη Βασίλω.

Όλες αυτές οι κοπέλες (αδελφές του Κώστα Πουρναρά) ήταν παντρεμένες, καλά αποκατεστημένες και τους είχε δώσει και προίκα ο πατέρας τους, χωράφια δηλαδή, τότε, και λέγαν ότι τις έδωνε και λεφτά γιατί είχε ο Δημήτρη Πουρναράς. Ήταν ένας άνθρωπος στο χωριό πολύ σεβάσμιος. Και ο Κώστας Πουρναράς από μια πλευρά, αν το συζητούσαμε, το ‘παιρνες κι έκανες μια ανάλυση, δεν είχε κάνα λόγο να μπει σ’ αυτή τη διαδικασία, να τον κυνηγάνε, αλλά όμως έβλεπε τη φτώχεια και δεν ήθελε να εξέχει οικονομικά η οικογένειά του, ο δάσκαλος, ο νωματάρχης κλπ και οι άλλοι να μην έχουν ψωμί να φάνε. Και γι’ αυτό μπήκε σ’ αυτό τον αγώνα, σ’ αυτήν την ιδεολογία…

Και εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης της οικογενειακής είχε τη δυνατότητα να σπουδάσει, ενώ ήταν πάρα πολύ δύσκολο τότε να σπουδάσεις.

Σπούδασε αυτός τότε, πολύ άνετα, πήγε στο σχολείο στη Ράμια και από κει πήγε στην Άρτα και έβγαλε το Γυμνάσιο.

Το δημοτικό το έβγαλε στη Ράμια…

...στη Ράμια, ναι, και πήγαινε μάλιστα στη Ράμια μαζί με το Γιάννη το Λαμπράκη, απ’ τς Σκιαδάδες, που μίλησε στην παρουσίαση του βιβλίου και στην τέφρα του (τελετή ταφής της τέφρας του Κ.Π. στη Χώσεψη το 1994).

Για τη μάνα του κάτι;

Η μάνα του ήταν μια γυναίκα, έτσι, σοβαρή και λίγο αυστηρή, σ’ όλα της, αλλά νοικοκυρά όμως, τύπος στο χωριό και με το ντύσιμό της και με το παρουσιαστικό της, που ήτανε…τον Κώστα μετά τον είδα εγώ,  μετά την εξορία…

Είχαμε μείνει…ότι τον έστειλαν στον Αη Στράτη.

Πήγε στον Αη Στράτη, έκατσε όλα αυτά τα χρόνια, ταλαιπωρήθηκε, έγραψε κι ένα βιβλίο γι’ αυτό, τον «Αη Στράτη» το οποίο, μετά το ’46…’45-’46…το ’47 που βγήκε το κόμμα στην παρανομία, το κατέστρεψε το βιβλίο αυτό και δεν υπήρχε πουθενά στην Αθήνα και πουθενά στην Ελλάδα και όταν έμαθα εγώ –μου το ‘πε ο ίδιος, όταν πήγα και τον είδα πολιτικό πρόσφυγα στο Σιμπίου- γύρισα κι έψαχνα να βρω το βιβλίο αυτό, να το βγάλω, να το βρω, να το διαβάσω και να τυπωθεί, αλλά δεν μπόρεσα να το βρω τότε.

Τώρα…πότε τον ξανασυνάντησα…

Όταν δραπέτευσε ο Κ.Π. από τον Αη Στράτη, και βγήκε απάνου στη Μακεδονία, στη Χαλκιδική, κάποια μέρα τον βλέπω κι ήρθε στο χωριό, στη Χώσεψη. Εγώ ήμουν στο Αντάρτικο τότε, Ελασίτης.  Όταν έμαθα ότι ήρθε, πήγα τον συνάντησα, τον βρήκα κι έμεινε για δυο τρεις μέρες κι έφυγε. Και μου είπε «Χρήστο φεύγω, γιατί κάνω πολιτική δουλειά, καθοδηγητική δουλειά στον ΕΛΑΣ». Κι έφυγε κι έμαθα μετά και από άλλους Ελασίτες ότι τους συνάντησε και τους έκανε καθοδήγηση στις συνελεύσεις που κάνανε οι Ελασίτες.

Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας περνώντας απ’ την Άρτα, ο Κώστας ήταν γραμματέας της Νομαρχιακής. Πήγα για να τον βρω, δεν τα κατάφερα. Και φύγαμε τότε γιατί μόλις είχαμε παραδώσει τα όπλα και πήγα στο χωριό. Πήγα στο χωριό και έμεινα για λίγο κι αμέσως μπήκα στη δράση της ΕΠΟΝ. Μ’ έβαλαν και υπεύθυνο και  ο Χρήστο Μπαλάφας -που ήταν και υπεύθυνος τότε εκεί, στην καθοδήγηση του χωριού- μου ανέθεσε να κατεβαίνω στην Άρτα, να πηγαίνω να παίρνω έντυπο υλικό για την ΕΠΟΝ…που είμασταν στο χωριό, Επονίτες…και ότι άλλο υλικό μου δίναν από τη νομαρχιακή Άρτας για την κομματική οργάνωση του χωριού. Εγώ πήγαινα στην Άρτα και μια φορά πήγα και τον συνάντησα, για λίγο όμως, γιατί ήταν πολύ απασχολημένος, του είπα γιατί κατέβηκα κάτου, μου είπε χαιρετίσματα στο χωριό κλπ.

Μετά από κάμποσο καιρό η ΟΥΝΡΑ έδωσε ρούχα στο χωριό  και ο Τσιρώνης, τότε, που ‘ταν εκεί πρόεδρος έστειλε τον Κώστα Σιώζο και το Δημήτρη Σιώζο να τα παραλάβουν και να τα φέρουν στο χωριό να τα δώσουν στις οικογένειες τις φτωχές. Ο Κ.Σ. πήγε τα πήρε και τα ‘φερε, αλλά ο Δ.Σ. όμως...

–τότε, εκείνη την περίοδο υπήρχε και εθνοφυλακή στο χωριό. Ένας εθνοφύλακας ήταν πέρα από την Πλατανούσα, ο οποίος είχε σχέσεις με τον Δ.Σ. που ήταν κι αυτός της «τάξης», Ζερβικός, ήταν κι αυτός αντάρτης του Ζέρβα πρώτα, και γυρόφερνε να πάρει και τη Γιωργίτσα, την κοπέλα (κόρη) του Δ.Σ.-  

...πήγε στην Άρτα, πήρε τα ρούχα, πήρε και την κοπέλα του και τη γυναίκα του και τι έκανε…

…τα φόρτωσε, τα ‘κλεισε σε μπαούλα τα ρούχα αυτά, τα πήρε και τα ‘θελε να τα ιδιοποιηθεί. Έπρεπε ν’ αφήσει ορισμένα στην Πολιάνα (συνοικισμός της Χώσεψης). Στην Πολιάνα όμως δεν άφησε και ο «Μακρής» εκεί –Παππάς λεγότανε αλλά τον λέγανε «Μακρή», επειδή ήταν  ψηλός- ο οποίος έμαθε αυτό το πράμα, κυνήγησε το Δ.Σ. ν’ αφήσει τα ρούχα. Αυτός δεν τ’ άφηνε με τίποτα και τον πήρε κυνηγώντας από κοντά κι έφτασε μέχρι τον Αη Ηλία στο χωριό. Όταν έφτασε εκεί ο «Μακρής», ο Νίκο «Μακρής», του επιτέθηκε του Δ.Σ. και τραβάει ο Σιώζος ένα μαχαίρι και τον μαχαιρώνει κάτου απ΄τη μασχάλη.

Ο εθνοφύλακας υποψήφιος γαμπρός του, που ήταν από πάν’ στην Αλπότρυπα, άκουσε τις φωνές κι άρχισε να τουφεκάει. Ο δε αγροφύλακας ο Βασίλη Σερεπίσιος, που ήταν εκεί, το’ σκασε κι έφυγε. Τραυματισμένος ο «Μακρής» γύρισε πάλι προς τα κάτου με αίματα και πήγε στην Πολιάνα. Ο Δημήτρη Σιώζος πήρε τα ρούχα, τα πήγε στο χωριό και πήγε και τα ‘κρυψε μες στα χωράφια, στα όχθια, μέσα στα δέντρα.  Ειδοποιήθηκε το χωριό, ήρθε η Αστυνομία, πήγε τα βρήκε, τον πήραν τον Σιώζο και τον πήγαν στην Άρτα στη φυλακή. Και μια μέρα μου λέει η Βαΐτσα, η γυναίκα του: «Χρήστο θα πάω στην Άρτα, θα πάω να δω το Μήτσιο στη φυλακή». Α, τς λέω, θα πάω κι εγώ γιατί έχω δουλειά –να πάρω κάτι χαρτιά- πάμε παρέα. Πήγαμε στις φυλακές, πέρα στο Κάστρο κι όταν πήγαμε εκεί μου λέει ο Δ.Σ. «ξέρεις, είναι ο Κώστα Πουρναράς εδώ μέσα».

«Ο Κ.Π., γιατί είναι μέσα;». «Α, δεν ξέρω» μου λέει, «τον έχουν φυλακή κι αυτόν». «Για φώναξέ τον» του λέω. Πάει μέσα ο Δ.Σ. τον φωνάζει τον Κώστα, «Κώστα σε θέλουν έξω στο επισκεπτήριο». Έρχεται ο Κώστας –τον είχαν κουρεμένο. «Κώστα!», χαιρετηθήκαμε απ’ τα κάγκελα, «γιατί σ’ έβαλαν μέσα;». «Ξέρω κι εγώ γιατί μ’ έχουνε; Δεν ξέρω ούτε εγώ γιατί μ’έχουνε» μου λέει. «εγώ έκανα μια συγκέντρωση, προ ημερών, εδώ έξω και μίλησα στον κόσμο της Άρτας και μετά από λίγο μ’ έπιασε η χωροφυλακή, με εντολή του νομάρχη, διότι έκανα…λέει…παρακίνησα το λαό της Άρτας, παρακώλυσα τη συγκοινωνία, την κίνηση της πόλης κλπ. με τέτοια πράματα, ανυπόστατα, τέλος πάντων».

Χαιρετηθήκαμε πάλι με τον Κώστα κι έφυγα. Πήγα πήρα τα χαρτιά, πήγα στο χωριό και έδωσα τα χαρτιά κι έδωσα και την είδηση πως ο Κώστας είναι φυλακή.

Απ’ ότι έμαθα όμως τώρα... Τον Απρίλη μήνα του 2010 κατέβηκα στην Άρτα και πήγα με το Δήμο Σκαντάλη σε μια ταβέρνα, εκεί που είναι το κεντρικότερο εστιατόριο της Άρτας, να φάμε. Κι από κει θα πήγαινα στο χωριό με τη γυναίκα μου. Κι όπως καθόμασταν εκεί πέρα, ακούω τον Δήμο που λέει: «Ρε Μπάφα..Μπάφα, έλα δω». Του λέω «ο Μπάφας; Ποιος είναι ο Μπάφας;» κι έρχεται ένα παιδί, ένας ψηλός  45άρης-50άρης περίπου εκεί». Χαιρετηθήκαμε. «Μπάφας;» του λέω, «τον Μήτσο τον Μπάφα τι τον είχες;» του λέω. «Α, ήταν θείος μου» μου λέει. «Έχω ιστορία με τον θείο σου εγώ» του λέω.

Ποιος ήταν ο Μπάφας;

Ο Μπάφας ήτανε απ’ τους Καλλαρύτες. «Α» λέει, «ξέρεις, ο θείος μου ήταν τότε που ήτανε ο Κώστας Πουρναράς γραμματέας, εδώ, κι ήταν κι αυτός στη νομαρχιακή, ο θείος μου, ο Μήτσος ο Μπάφας. Κι είπαν να κάνουν μια συγκέντρωση, μια ομιλία, στην πλατεία στο Μονοπλιό, που ήταν και τα γραφεία τους, το κόμμα, τώρα τα ‘χουν στο Κιλκίς (πλατεία Κιλκίς) κάτω. Βγήκε ο Μπάφας και μίλησε στον κόσμο. Ο κόσμος δεν ενθουσιάστηκε, ήταν απαθής. Κι ήταν κι ο Κώστας ο Πουρναράς εκεί, μαζί με τον Μπάφα. Μετά που τελείωσε την ομιλία ο θείος μου λέει στον Κ.Π.: «Κώστα είμαι στενωχωρημένος». «Γιατί Μήτσο;». «Δεν τα κατάφερα να ενθουσιάσω τον κόσμο. δεν τους είδες πως ήταν ο κόσμος κάτω, δεν ήτανε αυτό που έπρεπε να είναι». «Καλά» του λέει ο Κώστας, «μη στεναχωριέσαι θα τα φτιάξουμε τα πράματα». Και φύγαν και μετά από τρεις τέσσερις μέρες βγάλαν ανακοίνωση ότι θα γίνει ομιλία στην πλατεία του Μονοπλιού με τον Κώστα Πουρναρά. Έπηξε λέει η Άρτα, απ’ τον κόσμο, δεν πέραγες πουθενά, στους δρόμους...η πλατεία…έκανε μια ομιλία, λέει, αναστατώθηκε ο κόσμος όλος, πετάχτηκε απάν απ’ τη χαρά του, χειροκροτήματα κλπ και αυτό ήτανε ένα ερέθισμα στη νομαρχία για να τον βάλουν φυλακή τον Κ.Π.

Τον βάλαν φυλακή, μετά όταν βγήκε από κει, έφυγε ο Κώστας και πήγε στα Γιάννενα και δούλευε στα Γιάννενα πλέον, κομματικά. Τώρα, για τον Κώστα αυτά ξέρω σ’ αυτήν την περίοδο."

Ο Χρήστος Νταβαντζής, συγχωριανός και συναγωνιστής του Κώστα Πουρναρά, είχε αναπτύξει μια στενή φιλική και συντροφική σχέση μαζί του, όπως είδαμε και σε προηγούμενες αναρτήσεις του ιστολογίου, που κράτησε μέχρι που ο Κ.Π. έφυγε από τη ζωή. Τον Σεπτέμβρη του 2011, συναντήσαμε τον 86χρονο αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης στο σπίτι του όπου και μας μίλησε για τον Κ.Π. Θυμήθηκε προσωπικές στιγμές, που έζησε σαν παιδί, μαζί του και κουβαλάει στη μνήμη του πάνω από 75 χρόνια, αλλά και στιγμές από τα μεταγενέστερα χρόνια και μας διηγήθηκε χαρακτηριστικά περιστατικά που σκιαγραφούν τη ζωή και τη δράση του αγωνιστή δάσκαλου-συγγραφέα. Οι διηγήσεις του Χρήστου Νταβαντζή μαγνητοφωνήθηκαν και θα παρουσιαστούν από το ιστολόγιο σταδιακά, όπως ακριβώς καταγράφηκαν.

1 σχόλιο:

  1. Μπράβο Κραβαρίτη.
    Οφείλουμε να κρατήσουμε τις μνήμες του λαού σαν το πιο πολύτιμο κειμήλιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή